25 Δεκεμβρίου 2021

Η Ομορφιά

Την αντιλαμβανόμαστε άμεσα όταν την αντικρύσουμε. Την βιώνουμε έντονα. Η ομορφιά είναι ικανή να μας συγκινήσει βαθιά και να μας ξεσηκώσει. Πρόκειται για κάτι που προσφέρει μια αέναη εμπειρία απόλαυσης, ευχαρίστησης, νοήματος και ικανοποίησης. Η έννοια του ‘όμορφου’ συχνά περιλαμβάνει και την περίπτωση όπου μια ύπαρξη βρίσκεται σε πλήρη ισορροπία και αρμονία με την φύση, κατάσταση η οποία μπορεί να οδηγήσει σε αισθήματα έλξης και συναισθηματικής ευημερίας. Όντως, το όμορφο γίνεται γρήγορα αντιληπτό από εκείνον που το αντικρίζει.

Ο βρετανός επιστήμονας και θεολόγος Άλιστερ ΜακΓκραθ εκφράζει βαθιά κατανόηση όταν γράφει: «Η ανθρώπινη αναζήτηση της ομορφιάς είναι στην ουσία η αναζήτηση της πηγής αυτής της ομορφιάς, η οποία διαμεσολαβείται μέσω των πραγμάτων αυτού του κόσμου, αλλά δεν περιέχεται σε αυτά» [1]. Και ο C. S. Lewis ήταν πεπεισμένος ότι οι άνθρωποι έχουν ένα ένστικτο υπέρβασης που διεγείρεται από την ομορφιά. Ή όπως το διατυπώνει: Μια «ένδειξη ότι υπάρχει νόημα στο σύμπαν», ένα σημάδι για κάτι αξιόλογο. Στο έργο του ‘Το Βάρος Της Δόξας Του Ουρανού’[2], περιγράφει ακριβώς αυτή την ανθρώπινη αναζήτηση για αληθινή ομορφιά. Παρόμοιες ιδέες συναντάει κανείς σε συγγραφείς όπως τον Jonathan Edwards και τον Hans Urs von Balthasar. Όλη η ομορφιά στην κτίση, τόσο στους ουρανούς όσο και στη γη, προέρχεται από τη λάμψη του Ιησού Χριστού, ο οποίος είναι η εικόνα του «ωραίου» Θεού, η πηγή κάθε ομορφιάς. Η ομορφιά παρακάμπτει την ορθολογική ανάλυση, προσελκύοντας και δημιουργώντας  κάτι πολύ βαθύτερο μέσα μας.

Αλλού πάλι, ο Λούις εκφράζεται ως εξής: «Δεν μπορεί να νιώσει κανείς μεγάλη ευχαρίστηση από μια όμορφη μουσική αν πιστεύει ότι η ομορφιά της δεν είναι παρά ‘σκέτη ψευδαίσθηση’ και ότι ο μόνος λόγος να την βρίσκει ελκυστική είναι ‘πως το νευρικό μας σύστημα είναι παράλογα ρυθμισμένο έτσι ώστε εκείνη να μας αρέσει’». Με άλλα λόγια: Τι αξίζει η ομορφιά αν δεν υπάρχει Θεός κι εμείς οι άνθρωποι δεν είμαστε παρά μια χούφτα χημικών ουσιών και μορίων; Άλλοτε δηλαδή ελκυόμαστε από κάτι και άλλοτε αυτό μας είναι αποκρουστικό.

Ο αθεϊστής Ρίτσαρντ Ντόκινς, στο βιβλίο του με τις μεγαλύτερες πωλήσεις ‘Η Περί Θεού Αυταπάτη’, χαρακτηρίζει την ομορφιά απλά ως «χημική αντίδραση». Όταν η αθεϊστική σκέψη μειώνει τον κόσμο σε σκέτη ύλη, κινδυνεύει έτσι να χαθεί και κάθε αίσθηση του θαύματος, κάθε εκτίμηση ομορφιάς. Εξανεμίζεται μαζί τους και κάθε χαρά της ζωής. Παρ’ όλο που πολλοί άνθρωποι σήμερα δεν αναγνωρίζουν ότι υπάρχει Θεός, είναι γεγονός ότι οι περισσότεροι συγκινούνται από έναν έναστρο ουρανό, μια όμορφη ακροθαλασσιά, την πανοραμική θέα της φύσης από την κορυφή ενός βουνού ή ένα ρομαντικό ηλιοβασίλεμα. Αν η ομορφιά είναι πραγματικότητα, τότε πώς εκτιμάται; Ο αθεϊσμός δεν φαίνεται να παρέχει ικανοποιητική εξήγηση του ανθρώπινου εθισμού προς την ομορφιά, θεωρώντας την απλά μια ψευδαίσθηση. Είναι δύσκολο να αποδεχτεί κανείς το συμπέρασμα αυτό, ειδικά όταν η ομορφιά συγκινεί τους ανθρώπους τόσο έντονα.

Στην παραβολή του Χριστού στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου (13: 45–46) ο έμπορας αναγνωρίζει αμέσως την ομορφιά και την αξία του «πολύτιμου μαργαριταριού». Δεν χρειάζεται να πειστεί για την αξία του. Πουλάει ό,τι έχει και δεν έχει για να το αποκτήσει. Η ομορφιά του τον έπεισε από μόνη της. Ο ΜακΓκραθ θεωρεί πως οι χριστιανοί μπορούν να δώσουν στους συνανθρώπους τους να εκτιμήσουν την ομορφιά του Θεού στο Ευαγγέλιο και με αυτό τον τρόπο να τον ανακαλύψουν. Όπως ένας κοσμηματοπώλης κρατάει ένα διαμάντι σε τέτοια θέση απέναντι στο φως, ώστε οι σμιλευμένες πλευρές του να ακτινοβολούν και ο καθένας να μπορεί να θαυμάσει την ομορφιά του, φροντίζει ώστε να γίνεται σε όλους φανερή η εξ’ υπαρχής αξία του.


[1] Alister McGrath, Mere Apologetics, (Λονδίνο: SPCK, 2016), σ. 114.

[2] C. S. Lewis, Τhe Weight of Glory, κήρυγμα, 1941, ελληνική έκδοση, (Ο Λόγος: Αθήνα, 2015).

1 Δεκεμβρίου 2021

Μπορούμε να γνωρίζουμε την πραγματικότητα στην εποχή της «μετα-αλήθειας»;

«Μετα-αλήθεια» (post-truth) είναι λέξη που προστέθηκε επισήμως στο αγγλόφωνο λεξιλόγιο το 2016. Το λεξικό της Οξφόρδης την εξηγεί ως «συνθήκες υπό τις οποίες αντικειμενικά γεγονότα έχουν λιγότερη επιρροή στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης από προσφυγές στο συναίσθημα και την προσωπική πίστη» των ανθρώπων. Στην εποχή του Covid το ζούμε αυτό έντονα με το κίνημα των αντιεμβολιαστών και αρνητών της επιστήμης.

Η έννοια της μετα-αλήθειας είναι αποτέλεσμα του μεταμοντερνισμού (γνωστός και ως μετανεωτερικότητα), μια φιλοσοφική σκέψη που ευθύνεται για την «αποδόμηση» βασικών εννοιών, όπως του σε τί συνίσταται η πραγματικότητα και η αλήθεια. Στη νέα εποχή των πλαστών ειδήσεων και της μετα-αλήθειας η αναζήτηση της αντικειμενικής αλήθειας και των μη-«εναλλακτικών δεδομένων» είναι συνεπώς πιο επιτακτική από ποτέ.

Η διαδικτυακή Εγκυκλοπαίδεια Britannica ορίζει τον μεταμοντερνισμό ως [φιλοσοφικό] κίνημα του τέλους του 20ού αιώνα που χαρακτηρίζεται από έναν ευρύ σκεπτικισμό, υποκειμενισμό ή σχετικισμό· μια γενική υποψία της ορθολογικής σκέψης· καθώς και οξεία ευαισθησία ως προς τον ρόλο της ιδεολογίας για την διεκδίκηση και διατήρηση της πολιτικής και οικονομικής δύναμης.[1]

Η Έλεν Πλάκροουζ και ο Τζέιμς Λίντσεϊ, σε πρόσφατο βιβλίο τους με τίτλο «Κυνικές Θεωρίες», επιχειρούν τον εξής προσδιορισμό της έννοιας αυτής[2]:

Ο μεταμοντέρνος τρόπος είναι δύσκολο να εκτιμηθεί πλήρως εκ των έξωθεν επειδή μοιάζει πολύ με θεωρία συνωμοσίας. … Η προοδευτική αριστερά δεν ευθυγραμμίστηκε με τον Μοντερνισμό, αλλά με τον μεταμοντερνισμό, ο οποίος απορρίπτει την αντικειμενική αλήθεια ως μια φαντασία που ονειρεύονταν αφελείς και/ή αλαζονικά φανατισμένοι στοχαστές του Διαφωτισμού που υποτίμησαν τις παράπλευρες συνέπειες της προόδου της Νεωτερικότητας. … Ο μεταμοντερνισμός, ανάλογα με την άποψή σας, έχει γίνει ή έχει δημιουργήσει μια από τις λιγότερο ανεκτικές, μάλλον αυταρχικές, ιδεολογίες τις οποίες ο κόσμος είχε να αντιμετωπίσει από την εκτεταμένη παρακμή του κομμουνισμού και την κατάρρευση της λευκής υπεροχής και της αποικιοκρατίας. Ο μεταμοντερνισμός αναπτύχθηκε σε σχετικά σκοτεινές γωνιές του ακαδημαϊκού χώρου ως πνευματική και πολιτιστική αντίδραση σε όλες αυτές τις αλλαγές, και από τη δεκαετία του 1960 έχει εξαπλωθεί και σε άλλα μέρη του, όπως ο ακτιβισμός, καθώς και σε πολλές διοικήσεις, ακόμη και στην καρδιά της πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας, και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Από εκεί άρχισε να εισχωρεί στην ευρύτερη κοινωνία. …

Οι έννοιες γνώση, αλήθεια, νόημα και ηθική είναι, κατά τη μεταμοντέρνα σκέψη, πολιτισμικά κατασκευασμένες. Η ίδια μάλιστα αρνείται ότι μέσω της επιστημονικής μεθόδου μπορεί να παραχθεί αντικειμενική γνώση της πραγματικότητας. Η «πραγματικότητα» είναι προϊόν κοινωνικοποίησης και βίωσης εμπειριών, ένα κατασκεύασμα του γλωσσικού συστήματος. Αντικειμενική αλήθεια δεν υπάρχει, μπορεί όμως να την προσεγγίσει κανείς με διαδικασίες όπως ο πειραματισμός, η διάψευση ή η μετατροπή. Κατ’ αυτό τον τρόπο η μεταμοντέρνα προσέγγιση διογκώνει μια μικρή, κοινή αλήθεια – όπως την περιορισμένη μας ικανότητά να γνωρίζουμε και να εκφράζουμε «γνώση» μέσω της γλώσσας, των εννοιών και των κατηγοριών της – διακηρύττοντας ότι όλες οι αξιώσεις μας περί αλήθειας είναι αξίες φορτωμένες και δομές του πολιτισμού στον οποίο ζούμε, δηλαδή ένας πολιτισμικός/κοινωνικός κονστρουκτιβισμός.

Σχετικά με τις φιλοσοφικές απόψεις του μεταμοντερνισμού που αφορούν τη γνώση και την επιστημονική κατανόηση της πραγματικότητας φαίνεται, πως η μεταμοντέρνα σκέψη αποτυγχάνει στο να παρέχει μια ικανοποιητική εναλλακτική εξήγηση, ή έστω μια προσέγγιση που μπορεί να θεωρηθεί βιώσιμη. Στην επιστήμη (συμπεριλαμβανομένης της κοινωνικής επιστήμης) υπάρχει το αντικειμενικό κριτήριο της ποιότητας, δηλαδή η αντιστοιχία με την πραγματικότητα. Σύμφωνα με αυτό, επιστημονικές θεωρίες είτε λειτουργούν είτε όχι. Είναι επομένως δύσκολο να κατανοήσει κανείς πώς προσεγγίσεις σαν κι αυτές που δεν αντιστοιχούν στην πραγματικότητα (και συνεπώς δεν είναι λειτουργικές) μπορούν να θεωρηθούν ωφέλιμες[3].

Διαβάζοντας τη Βίβλο, και καθώς πλησιάζουμε χρονικά στην εποχή εορτασμού των Χριστουγέννων, παρατηρούμε ότι ο Θεός στέλνει, μέσα σ’ ένα παρόμοια εχθρικό περιβάλλον και σε μια παρόμοια διχασμένη κοινωνία, τον Γιό του να γεννηθεί και έτσι να υποστεί της συνέπειες της αμφισβήτησης της Αλήθειας και της Αγάπης Του απέναντι σε μια ανθρωπότητα που βαδίζει προς τον χαμό.

Το χαρμόσυνο μήνυμα των αγγέλων αντιλαλεί μέχρι σήμερα: «Δόξα στον ύψιστο Θεό και ειρήνη στη γη, αγάπη και σωτηρία για τους ανθρώπους!» (Λουκάς 2, 14).


[1] Encyclopedia Britannica, αναζήτηση του όρου “postmodernism” στις 12/12/2020, https://www.britannica.com/topic/postmodernism-philosophy.

[2] Helen Pluckrose και James Lindsay, Cynical Theories. How Universities Made Everything about Race, Gender and Identity – and Why Τhis Harms Everybody, (Λονδίνο: Swift Press, 2020), σ. 40.

[3] Βλ. μια πιο εκτεταμένη μελέτη μου στο ιστολόγιο «Απολογητική Ενημέρωση», https://areopagusbriefs.files.wordpress.com/2021/10/postmodernism-final-1.pdf.