Κάποιοι διανοητές θέλουν να μας κάνουν να πιστέψουμε σε ένα φυσικό
περιβάλλον δίχως σχέδιο ή σκοπό, και στην «τυφλή, αδίστακτη αδιαφορία»
(Ντόκινς). Υποστηρίζει η επιστήμη το υλιστικό όραμα;
Τρεις σημαντικές επιστημονικές ανακαλύψεις του 20ου αιώνα έρχονται να
συγκρουστούν άμεσα με τέτοιου είδους αθεϊστικά αφηγήματα. Την πρώτη ανακάλυψη,
περί μεγάλης έκρηξης, ήδη την εξετάσαμε αλλού συζητώντας το επιχείρημα για την ύπαρξη μιας πρώτης αιτίας του κόσμου.
Η δεύτερη ανακάλυψη αφορά την δομή (δηλαδή τη «διπλή έλικα») του μορίου
DNA, και πραγματοποιήθηκε από τους Τζέιμς Γουότσον και Φράνσις Κρικ το 1953.
Θεωρείται δε ως η μεγαλύτερη βιολογική ανακάλυψη του περασμένου αιώνα. (Το
ανθρώπινο DNA αποκρυπτογραφήθηκε στα πλαίσια του περίφημου Προγράμματος Ανθρώπινου
Γονιδιώματος από το 1990 έως 2003). Το γεγονός ότι το μόριο DNA περιέχει
ολόκληρη την πληροφορία για τη ζωή υπονοεί ότι αυτή βασίζεται στην πληροφορία.
Επειδή πληροφορία προϋποθέτει νοημοσύνη, η ζωή δεν μπορεί να είναι αποτέλεσμα
τυφλής σύμπτωσης και φυσικών νόμων, αλλά η προέλευσή της πηγάζει από έναν
υπέρτατο Νου.
Η τρίτη σημαντική ανακάλυψη αφορά αυτό που ο αείμνηστος φυσικός Φρήμαν Ντάυσον (Freeman Dyson) περιέγραψε
ως εξής: «Όσο περισσότερο εξετάζω το σύμπαν και μελετώ τις λεπτομέρειες της
αρχιτεκτονικής του, τόσο περισσότερα στοιχεία βρίσκω ότι το σύμπαν κατά κάποιο
τρόπο γνώριζε ότι ερχόμαστε»[1].
Το επιχείρημα βασίζεται στο γεγονός ότι οι θεμελιώδεις φυσικοί νόμοι και κοσμικοί
παράμετροι είναι λεπτομερώς ρυθμισμένοι, καθιστώντας το σύμπαν ικανό να
φιλοξενήσει τη ζωή. Μικρές μεταβολές στις τιμές πολλών ανεξάρτητων παραγόντων –
όπως η δύναμη της βαρυτικής και ηλεκτρομαγνητικής έλξης, οι μάζες των
στοιχειωδών σωματιδίων και η αρχική διάταξη ύλης και ενέργειας στο σύμπαν – θα έκαναν
αδύνατη την ύπαρξη ζωής. Αν λ.χ. η αναλογία ανάμεσα στην ηλεκτρομαγνητική και βαρυτική δύναμη διέφερε ελάχιστα, τότε δεν θα μπορούσαν να
υπάρχουν αστέρια όπως ο ήλιος, απαραίτητα για τη ζωή. Επίσης, εάν η ισχυρή
πυρηνική δύναμη ήταν ασθενέστερη, αυτό θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα την
αστάθεια των στοιχείων που είναι απαραίτητα για τη ζωή με βάση τον άνθρακα. Αν
ήταν ισχυρότερη, αυτό θα μπορούσε να έχει αρνητικό αντίκτυπο στην παραγωγή
άνθρακα και οξυγόνου. Η ύπαρξη υδρογόνου είναι ευαίσθητη στην ισχύ της αδύναμης
πυρηνικής δύναμης. Μια μείωση αυτής της δύναμης θα σήμαινε ότι δεν θα μπορούσαν
να υπάρχουν άστρα καύσης υδρογόνου όπως ο ήλιος.[1]
Freeman J. Dyson, Disturbing the Universe (Νέα Υόρκη: Harper & Row, 1979), σ. 250, αναφέρεται επίσης και στο περίφημο έργο των John
Barrow και Frank
Tipler, The Anthropic Cosmological Principle (Οξφόρδη: Clarendon, 1988), σ. 318.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου