23 Μαρτίου 2021

John Polkinghorne (1930-2021): Μια εξέχουσα φωνή για την επιστήμη και τη θρησκεία

Στις 15 Μαρτίου 2021 ο καθηγητής Alister McGrath αποτίει φόρο τιμής στον διακεκριμένο ακαδημαϊκό και Αγγλικανό ιερέα που πέθανε σε ηλικία 90 ετών

Η προσέγγιση του Rev Canon Dr John Polkinghorne (Πόλκινγκχορν) στην επιστήμη και τη θρησκεία συνοψίζεται όμορφα σε ένα από τα πρώτα του βιβλία: «Η θεολογία και η επιστήμη διαφέρουν πολύ ως προς τη φύση του θέματος που τις απασχολεί. Ωστόσο, η καθεμία απ’ αυτές προσπαθεί να κατανοήσει πτυχές του τρόπου σύμφωνα με  τον οποίο ο κόσμος υπάρχει». Τα επιστημονικά διαπιστευτήρια του Πόλκινγκχορν ήταν άψογα και ως επιστήμονας και θεολόγος ήταν ικανός να μιλά έξυπνα σε απλούς χριστιανούς και με ποιμαντορική ανησυχία.

Ζωή και καριέρα

Γεννημένος το 1930, ο Πόλκινγκχορν σπούδασε μαθηματικά στο Trinity College του Κέμπριτς στις αρχές της δεκαετίας του 1950. Γνώρισε τη μελλοντική σύζυγό του, Ρουθ, που ήταν επίσης μαθηματικός, σε συναντήσεις στη χριστιανική ομάδα Cambridge Inter-Collegiate Christian Union. Παράλληλα με ένα εξαιρετικό πτυχίο στα μαθηματικά, απέκτησε και διδακτορικό στη φυσική. Μετά από μια σειρά ακαδημαϊκών συναντήσεων στη Βόρεια Αμερική και τη Σκωτία, επέστρεψε στο Κέμπριτς το 1958 και αργότερα ανακηρύχθηκε  καθηγητής μαθηματικής φυσικής.

Διετέλεσε πρόεδρος  του Πανεπιστημίου του Κέμπριτς μέχρι το 1979 όπου, προβαίνοντας σε ανακοίνωση ότι παραιτείται από καθηγητής με στόχο τις σπουδές για μια διακονία στην Εκκλησία της Αγγλίας, οι ακαδημαϊκοί συνάδελφοί του έμειναν έκπληκτοι. Ωστόσο, ο Πόλκινγκχορν έκρινε πως μαθηματικοί, όπως και ο ίδιος, έτειναν να κάνουν το σημαντικότερό τους επιστημονικό έργο πριν τα 45 τους χρόνια.

Ακαδημαϊκός ποιμένας

Ο Πόλκινγκχορν δεν περίμενε να επιστρέψει στον ακαδημαϊκό κόσμο, βλέποντας το μέλλον του πλέον στη τακτική ποιμαντική υπηρεσία της Εκκλησίας της Αγγλίας, υπηρετώντας σε διάφορες ενορίες της. Κλήθηκε όμως  πίσω στο Κέμπριτς για να γίνει πρύτανης στο παρεκκλήσι του Trinity Hall από το 1986-89 και στη συνέχεια εκλέχθηκε πρόεδρος του Queen's College του Κέμπριτς από το 1989-96. Ήταν αυτό το θεμέλιο μιας αξιοσημείωτης ακαδημαϊκής καριέρας. Το 1997 εχρήσθη ιππότης για τη δημόσια υπηρεσία του.

Από το 1990 και μετά, ήθελε να θέσει με σοφία τους προβληματισμούς στη σχέση της επιστήμης και της πίστης. Του απονεμήθηκε το βραβείο Templeton για τη Θρησκεία το 2002 και έγινε ο ιδρυτής-πρόεδρος του Διεθνούς Συλλόγου Επιστήμης και Θρησκείας. Ωστόσο, παρά την ακαδημαϊκή του υπεροχή, ο Πόλκινγκχορν δέχτηκε να παραμείνει πάστορας, άνθρωπος που ταυτιζόταν με τις ανάγκες και τις ανησυχίες των απλών χριστιανών και ικανός να μιλήσει σε αυτές τις ανησυχίες με συμπόνια και σοφία. Όπως και τον C. S. Lewis, τον  χαρακτήριζε και αυτόν η σύνεση στη χριστιανική ορθοδοξία, εξασφαλίζοντας οι απόψεις του να συνδέονται με τους απλούς χριστιανούς και ιδιαίτερα αυτούς που ήταν επιστήμονες. Ο Πόλκινγκχορν κατάφερνε να τους καθησυχάζει στο ότι μπορούσαν να διατηρήσουν την πίστη και την επιστήμη σε ένα πλαίσιο ακεραιότητας. Δεν ήταν πολεμιστής, αλλά ειρηνικός και ευγενικός μάρτυρας μιας θετικής και εποικοδομητικής σχέσης της επιστήμης προς την πίστη.

Έδωσε  σημαντικές ακαδημαϊκές συνεισφορές στον τομέα της επιστήμης και της θρησκείας, με τους οποίους εγώ και άλλοι ασχολούμαστε τακτικά με τα γραπτά και τις διαλέξεις μας. Ένα καλό παράδειγμα είναι η ιδέα του περί ‘μετα-ερωτημάτων’ – ερωτήματα δηλαδή που η επιστήμη είναι σε θέση να θέσει αλλά δεν μπορεί να απαντήσει μέσω των δικών της μεθόδων. Αλλά υποψιάζομαι ότι θα τον θυμόμαστε κυρίως για κάτι πιο σημαντικό που είναι μια ποιμαντορική προσέγγιση σ’ έναν τομέα όπου, αν και βαθύς γνώστης της επιστήμης, ήταν σε θέση να επικεντρώνεται στις καθημερινές ερωτήσεις που ανησυχούσαν πολλούς απλούς χριστιανούς. Ο Πόλκινγκχορν δεν έπαψε ποτέ να χάνει το ενδιαφέρον του για τα ερωτήματα σχετικά με την επιστήμη και την πίστη που απλοί χριστιανοί θεωρούσαν σημαντικά.

Κάποια βιβλία του Πόλκινγκχορν έχουν εκδοθεί και στα ελληνικά:

  • Ο κβαντικός κόσμος (1999) και Επιστήμη ή Θεός (1997) και τα δύο από τις εκδ. Πολιτεία,
  • Το Νόημα στα Μαθηματικά (συλλογικό έργο) από τις εκδ. Ροπή.

Ο Alister McGrath είναι καθηγητής επιστήμης και θρησκείας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και συγγραφέας πολλών βιβλίων, όπως το έργο του «Μέσα από σκοτεινό γυαλί: Ταξίδια στην επιστήμη, την πίστη και την αμφιβολία».

20 Μαρτίου 2021

Tο πρόβλημα του κακού

Το πρόβλημα του κακού προβάλλεται συχνά ως επιχείρημα για την μη ύπαρξη του Θεού: Πώς συμβιβάζεται η ύπαρξη του κακού με ένα πανάγαθο, πάνσοφο και παντοδύναμο Θεό; Αυτοί που χρησιμοποιούν αυτό ως επιχείρημα κατά του Θεού πρέπει να δώσουν εξήγηση σχετικά με το γιατί η ύπαρξη του κακού είναι γι’ αυτούς πρόβλημα, αν υποτίθεται ο Θεός δεν υπάρχει.

Ο Αυγουστίνος έγραφε πως το κακό είναι οντολογικά παρασιτικό: Είναι στέρηση του καλού! [1] Το κακό είναι καθαρά στερητικό, μια εκ φύσεως απουσία που αψηφά τη λογική και κάθε νόημα. Αν το καλό έχει οντότητα, το κακό δεν έχει. Ενυπάρχει στην καταστροφή και στην διαταραχή των δημιουργημάτων, σε κάμψη και στρέβλωση του ό,τι αποτελεί καλό δυνάμει των υφισταμένων.

Ένα περιστατικό που συνέβη πριν από έξι περίπου χρόνια έφερε τα βάθη του κακού για πολλοστή φορά στο φως της δημοσιότητας:

Αεροπλάνο που πραγματοποιούσε πτήση γραμμής από την Μπαρτσελόνα της Ισπανίας στο Ντίσελντορφ της Γερμανίας, με 150 επιβάτες και το πλήρωμα, έπεσε στις Άλπεις. Κανένας δεν επέζησε. Το τραγικό ήταν όταν μετά από λίγες μόνο ώρες επιβεβαιώθηκε το απίστευτο: Ο δεύτερος πιλότος που βρισκόταν για μια στιγμή μόνος του στο πιλοτήριο, οδήγησε το αεροπλάνο εσκεμμένα στην καταστροφή αρνούμενος να ανοίξει την πόρτα στον πιλότο. Το μαύρο κουτί με τις ηχογραφήσεις του πιλοτηρίου, που βρέθηκε ώρες μετά, επιβεβαίωσε το δράμα των τελευταίων δευτερολέπτων πριν την πρόσκρουση του αεροπλάνου στα βουνά: Ο αποκλεισμένος πιλότος ακουγόταν, μαζί και άλλοι επιβάτες, να ουρλιάζουν: «Σε ικετεύω, άνοιξε την καταραμένη πόρτα!»

Υπάρχει μια λέξη που αρθρώνει την ακατανόητη πράξη του δεύτερου πιλότου. Ονομάζεται «κακό». Στο γερμανικό περιοδικό «Cicero» ένας ψυχολόγος επιχείρησε μια εξήγηση: «Ούτε η κατάθλιψη ούτε η ψύχωση εξηγούν πλήρως μια τέτοια ενέργεια, πρέπει να υπάρχουν περισσότερα. Προς το παρόν, αυτή η τραγωδία είναι ένα μάθημα εφαρμοσμένης δαιμονολογίας. Οτιδήποτε μπορεί να είχε οδηγήσει τον δεύτερο πιλότο του αεροσκάφους να δράσει έτσι: Πιθανότατα προήλθε από μέσα, όχι από έξω, προήλθε από τα βάθη της ψυχής». [2]

Η Βίβλος χαρακτηρίζει το ηθικό κακό ως «αστοχία» (Ρωμ. 3: 10-12). Ο αμαρτωλός άνθρωπος έχει χάσει τον στόχο του, μαζί και κάθε επικοινωνία με τον Δημιουργό του. Δεν είναι συνεπώς ο Θεός ο δημιουργός του κακού, αν και επιτρέπει την ύπαρξή του. Μια εξήγηση που δίνει η Βίβλος βρίσκεται σε αυτό που κοινά ονομάζουμε ‘ελεύθερη βούληση’ ή ‘επιλογή’. Είναι αυτή που καθιστά δυνατή την ‘αγάπη’ που είναι κάτι πολύτιμο. Η αγάπη δεν επιβάλλεται στην ελεύθερη βούληση του άλλου. Αν ήμασταν μαριονέτες, με χορδές που θα τραβούσε ο Θεός, τότε οποιαδήποτε πράξη καλοσύνης εκ μέρους μας θα ήταν όμορφη αλλά προγραμματισμένη. Επειδή όμως είμαστε όντα με ελεύθερη βούληση συγκινούμαστε όταν κάποιοι υποχρεώνονται για χάρη στην αγάπη, γίνονται ικανοί για θαρραλέα βήματα, θυσιάζονται. Επίσης η αυτοδιάθεσή μας, η δυνατότητα να κάνουμε κάτι διαφορετικά, ασυνήθιστα, δημιουργικά οφείλεται στο ότι είμαστε ηθικά ελεύθερα όντα. Μπορεί αυτό να μας οδηγήσει σε εσφαλμένες κινήσεις και πράξεις, την αμαρτία.

Πολλοί άνθρωποι σήμερα ρωτούν: «Αν ο Θεός είναι παντοδύναμος και πανάγαθος, τότε γιατί να αφήνει τα πλάσματά του να υποφέρουν;» Εδώ, εκτός από το ζήτημα της παντοδυναμίας του Θεού, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι υπάρχουν «κανόνες» στον υπαρκτό κόσμο που βασίζονται στον χαρακτήρα του Θεού. Δεν αναιρούνται. Ο Θεός είναι αδύνατο να αντιφάσκει τον Εαυτό Του ή να ακυρώνει αυθαίρετα τους νόμους που ο Ίδιος έθεσε.  

Μέσα στους δύο αυτούς κανόνες, της ‘ελεύθερης επιλογής’ και απαραβίαστων ‘νόμων του Θεού’, διεξάγεται το δράμα των ανθρωπογενών παθημάτων. Οι νόμοι μέσω των οποίων ο Θεός φροντίζει τη φύση, δίνοντας νόημα στη ζωή, πρέπει να λειτουργούν με τρόπο τακτικό και συνεπή, διαφορετικά οι συνεχείς παρεμβάσεις του Θεού δεν θα επέτρεπαν καν την ύπαρξή τους. Ο C. S. Lewis το εξηγεί αυτό παραστατικά: «Μπορούμε ίσως να συλλάβουμε έναν κόσμο στον οποίο ο Θεός θα διόρθωνε τα αποτελέσματα αυτής της κατάχρησης της ελεύθερης βούλησης από τα πλάσματά Του την κάθε στιγμή, έτσι ώστε το ξύλινο δοκάρι να γίνεται μαλακό σαν το γρασίδι όταν χρησιμοποιείται ως όπλο, και ο αέρας να αρνείται να με υπακούει στην προσπάθειά μου να εγκαταστήσω σ’ αυτόν ηχητικά κύματα που φέρνουν ψέματα ή προσβολές. Ένας τέτοιος κόσμος θα ήταν κόσμος, στον οποίο λανθασμένες ενέργειες θα ήταν αδύνατες και στον οποίο η ελευθερία της θέλησης θα ήταν άκυρη» [3].

Το κακό είναι συνυφασμένο με την ανθρώπινη ιστορία μέχρι σήμερα. Η Βίβλος διδάσκει ότι υπάρχει επειδή οι πρωτοπλάστες επαναστάτησαν εναντίον του Θεού, παραβιάζοντας την ρητή εντολή Του. Ένας από τους επιζώντες του Άουσβιτς, ο Έλι Βίζελ, έγραφε στα απομνημονεύματά του ότι ο διαχειριστής του στρατοπέδου, Άντολφ Άιχμαν, ήταν ένας άνθρωπος όπως κάθε άλλος. Η ιστορία όμως διδάσκει ότι ως άνθρωποι έχουμε μια απίστευτη ικανότητα για το κακό. Πίσω από κάθε εκτελεστή που τραβάει τη σκανδάλη ή κάποιου που δίνει τις εντολές για φόνο, υπάρχουν η οικογένεια, και οι φίλοι που συνήθως γνωρίζουν για το κακό που εκείνος διαπράττει αλλά δεν κάνουν τίποτα για να το σταματήσουν. Μελέτες [4] έχουν δείξει πως ακόμα και απλοί άνθρωποι είναι ικανοί να υποβάλλουν συναδέλφους τους σε σοβαρά βασανιστήρια. Η δυνατότητα για το κακό βρίσκεται μέσα σε κάθε άνθρωπο.

Επειδή ο Θεός είναι δίκαιος κατά τον απόλυτο χαρακτήρα Του, δεν μπορεί να δικαιολογήσει την ανθρώπινη αμαρτία, επειδή αλλιώς το μάθημα θα ήταν: ‘Ο Θεός παραβλέπει την αμαρτία’. Αλλά για να δείξει την υπέρτατη Αγάπη Του στην ανθρωπότητα και να εξιλεώσει τη σοβαρότητα της αμαρτίας, ο Θεός έστειλε τον Υιό Του, τον Ιησού, να πεθάνει για τους αμαρτωλούς ανθρώπους.

Όποιος σκανδαλίζεται με το πρόβλημα του κακού, ας δει τον Εσταυρωμένο στο Γολγοθά. Στο Σταυρό ο Χριστός δεν κουβαλά μόνο όλες τις αμαρτίες. Κουβαλά και όλο το κακό, όλο τον πόνο. Καταπίνει όλο το ποτήρι του φυσικού και ηθικού κακού. Στο Γολγοθά και με το «Χριστός ανέστη» ο Θεός λύνει το υπαρξιακό πρόβλημα του κακού.

Το περιεχόμενο αυτής της ανάρτησης περιστρέφεται κυρίως γύρω από το ερώτημα περί ηθικού κακού. Για το θέμα "Γιατί το φυσικό κακό;" ανατρέξτε στην ιστοσελίδα της Απολογητικής Ενημέρωσης και κατεβάστε το σχετικό κείμενο σε pdf.


[1]    Αυγουστίνος Ιππώνος, Εξομολογήσεις, τομ. Γ’, κεφ. 7.

[2]    Αεροπορική τραγωδία – Ο ανθρώπινος παράγοντας, «Cicero online», 8 Απριλίου 2015.

[3]    C. S. Lewis, The Problem of Pain, Λονδίνο: Collins-Fontana, 1970, σ. 21.

[4]    π.χ. τα περίφημα πειράματα Milgram στο Γέιλ και Mantell στο Μόναχο.