23 Ιανουαρίου 2016

Το μυστήριο της ενσάρκωσης

Δεν υπάρχει επιστημονική περιγραφή ή μαθηματική εξίσωση ικανή να περιγράψει την ενσάρκωση. Πρόκειται για ένα μοναδικό γεγονός, το οποίο, στο βαθμό που είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε, ποτέ δεν συνέβη πριν ούτε θα επαναληφθεί. Οι μηχανισμοί της δημιουργίας που χρησιμοποίησε ο Θεός εξακολουθούν να βρίσκονται πέραν της δυνατότητας κατανόησης μας, έστω κι αν εμείς με ανυπομονησία εξακολουθούμε να ανακαλύπτουμε πώς αυτή η δημιουργία ξεδιπλώνεται στο χρόνο. 

Επίσης ξεπερνάει την κατανόησή μας και η διαδικασία με την οποία η ενσάρκωση έλαβε χώρα ως μοναδικό γεγονός, που δεν μπορούμε να μελετήσουμε στο εργαστήριο. Όμως, η απόδειξή της έρχεται σε μας μέσω της πίστης στην αποκάλυψη του Θεού και της εμπειρίας της αγάπης Του. 


Μερικές φορές είναι δύσκολο για εμάς τους επιστήμονες να παραδεχθούμε την ύπαρξη σφαιρών πέρα από την ικανότητα των προηγμένων τεχνολογικών μέσων που έχουμε στη διάθεσή μας. Σε άλλες περιπτώσεις, καθώς θαυμάζουμε τη βαθιά πολυπλοκότητα του κόσμου γύρω μας, μας φαίνεται αρκετά εφικτό ότι υπάρχουν κόσμοι που δεν μπορούμε να αντιληφθούμε. Ιδιαίτερα  δε, ατενίζοντας την απλή φάτνη στην οποία βρισκόταν το παιδί, ο Ιησούς. Μας εκπλήττει η συνένωση πνευματικής και φυσικής σφαίρας, οι οποίες πλέον δεν διαχωρίζονται. Δημιουργός και πλάσμα συναντώνται στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Η σπουδαιότητα αυτής της ένωσης φέρνει την υπόσχεση της ζωής σε όλους μας. 


Randy Isaac, PhD, Executive Director, American Scientific Affiliation, 12/2016

18 Ιανουαρίου 2016

Ιστορική μελέτη των σχέσεων θρησκείας-επιστήμης

Φιλοξενώ μέρος άρθρου του Ισίδωρου Ρούσσου που πρωτο-δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα Αθήνα 9.84:

Οι σχέσεις ορθόδοξου χριστιανισμού και επιστημών, στη νοτιοανατολική Ευρώπη και την ανατολική Μεσόγειο, χαρτογραφήθηκαν για πρώτη φορά, στο πλαίσιο του Έργου NARSES που εκπονήθηκε και ολοκληρώθηκε από το Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών.

Σκοπός του έργου NARSES –που χρηματοδοτήθηκε από το Πρόγραμμα Αριστεία (ΕΣΠΑ) και εκπονήθηκε στο Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών– ήταν η χαρτογράφηση των σχέσεων επιστημών και θρησκείας από τον 4ο αιώνα μ.Χ. μέχρι τον 20ό αιώνα στις περιοχές της νοτιοανατολικής Ευρώπης και ανατολικής Μεσογείου. Συγκεκριμένα, το έργο μελέτησε τις σχέσεις αυτές σε κοινωνικοπολιτικά μορφώματα όπου η Ορθόδοξη Εκκλησία ήταν, κατά περιόδους, είτε κυρίαρχο είτε μείζον δόγμα.

Η ιστορική μελέτη των σχέσεων θρησκείας και επιστήμης είναι απαραίτητη για την κατανόηση των σχέσεων κοινωνίας και επιστήμης. Το «ερώτημα του Needham» (γιατί κάποιες κοινωνίες αναπτύσσουν μια συγκεκριμένη επιστημονική πρακτική) είναι στενά δεμένο με αυτές τις σχέσεις.

Το έργο NARSES κάλυψε ένα κενό στην ιστοριογραφία: παρά το γεγονός ότι μια εκτεταμένη βιβλιογραφία ασχολείται με τις σχέσεις επιστημών και χριστιανισμού στη Δύση, αντίστοιχες μελέτες για τις περιοχές του Βυζαντίου, της οθωμανικής αυτοκρατορίας και των Βαλκανίων οι οποίες ανήκαν στη σφαίρα επιρροής της Ορθόδοξης Εκκλησίας, είναι σχεδόν ανύπαρκτες. Η διεπιστημονική έρευνα του έργου φιλοδοξούσε να αποκαλύψει άγνωστες πτυχές των σχέσεων επιστημών και θρησκείας, με σημαντικές επιπτώσεις στην ανάλογη βιβλιογραφία η οποία αναπτύχθηκε σε σχέση με τις δυτικοευρωπαϊκές κοινωνίες.

Το έργο NARSES ανέδειξε την πολυπλοκότητα των σχέσεων ορθοδοξίας-επιστημών. Από τον 3ο έως τον 8ο αιώνα οι Πατέρες της Εκκλησίας και οι βυζαντινοί θεολόγοι επιχείρησαν να μελετήσουν τη Δημιουργία με τη βοήθεια των φιλοσοφικών εργαλείων των αρχαίων Ελλήνων. Όμως, από την εικονομαχία (711-843 μ.Χ.) και μετά, ένα μέρος των θεολόγων θα παραμερίσουν τις επιστήμες και την κοσμική γνώση, καθώς η εστίαση μετατοπίζεται από τον φυσικό κόσμο ως εικόνα της θείας δημιουργίας, στην εσωτερική ζωή του ανθρώπου ως εικόνα του Θεού. Η στάση αυτή ενισχύθηκε από το κίνημα των Ησυχαστών του 14ου αιώνα, που προώθησε την ιδέα της άμεσης επαφής μεταξύ του πιστού και της Δημιουργίας του Θεού, τον Κόσμο, χωρίς τη μεσολάβηση της ορθολογικής σκέψης, δηλαδή της επιστήμης. Παρόλα αυτά, την ίδια περίοδο οι επιστήμες ανθούσαν στο κόσμο του Βυζαντίου. Το NARSES ανέδειξε επίσης τις δυσκολίες της μετάβασης της Ανατολικής Ορθόδοξης εκκλησίας από την προ-νεωτερικότητα στη νεωτερικότητα. Καθώς οι ορθόδοξοι λαοί δεν μετείχαν άμεσα στην Αναγέννηση τον 15ο αι. και στην ανάδειξη των νέων επιστημών τον 16ο-17ο αι., ο ευρωπαϊκός Διαφωτισμός προκάλεσε τον 18ο αι. αντιπαραθέσεις που ενισχύθηκαν από την παραδοσιακή αντιπαλότητα μεταξύ της Δυτικής και της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η διαμάχη για το πού ανήκει η Ορθοδοξία, στην ευρωπαϊκή Δύση ή στην ασιατική Ανατολή, έχει τις ρίζες της σε αυτή την περίοδο. 

Τα αποτελέσματα του NARSES βρίσκονται από 1η Δεκεμβρίου 2015 σε ανοικτή πρόσβαση στον ιστότοπο http://narses.hpdst.gr/project και περιλαμβάνουν:
  • Ανοιχτή βάση δεδομένων η οποία συγκεντρώνει, αποδελτιώνει και σχολιάζει τα θρησκευτικά κείμενα περί φύσης, τα επιστημονικά κείμενα περί θεολογίας και τις εκκλησιαστικές εγκυκλίους περί γνώσης και επιστήμης. Πρόκειται για τα σχετικά κείμενα σε ελληνική γλώσσα από τον 4ο αιώνα ως το 1960 (Βυζάντιο, ορθόδοξες κοινότητες της οθωμανικής αυτοκρατορίας και των ενετικών κτήσεων, ελληνικό κράτος).
  • Βιβλιογραφία για τις σχέσεις Ορθοδοξίας-επιστημών.
  • Κείμενα ανάλυσης και παρουσίασης των σχέσεων ορθοδοξίας-επιστημών από τον 4ο ως τον 20ό αιώνα.
  • Πρακτικά των συνεδρίων, συμποσίων και workshops.
  • Με το έργο NARSES εγκαινιάστηκε ένα νέο ερευνητικό πεδίο, που θα αποτελέσει το υπόβαθρο για τη διαθεματική συγκριτική έρευνα περί θρησκείας και επιστήμης μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Θα συνεισφέρει συνεπώς στον διάλογο μεταξύ θρησκείας και επιστήμης, καθώς και στον διάλογο κοινωνιών με διαφορετικές πολιτισμικές παραδόσεις και ιστορίες.