13 Ιανουαρίου 2011

Francis Schaeffer: Βίβλος και περιβαλλοντική δράση

To 1970 ο αείμνηστος θεολόγος-απολογητής και φιλόσοφος Φράνσις Σέιφερ εξέδωσε ένα βιβλίο με τίτλο, «Η ρύπανση και ο θάνατος του ανθρώπου - Η χριστιανική άποψη της οικολογίας» [1]. Το βιβλίο αυτό αποτελεί κατά τη γνώμη μου μια ενδιαφέρουσα συμβολή στη συζήτηση γύρω από τις βιβλικές αρχές περιβαλλοντικής δράσης που ακόμη και σαράντα χρόνια μετά δεν έχει χάσει τη σημασία της. Βέβαια στο πλαίσιο ενός ιστολογίου δεν μπορούν να αναπτυχθούν αναλυτικά οι θέσεις του βιβλίου, θα προσπαθήσω, όμως, να τις μεταφέρω συνοπτικά και να περιορίσω τη συζήτηση στα πιο απαραίτητα σημεία.


Την άνοιξη του 1967 στο επιστημονικό περιοδικό Science δημοσιεύτηκε ένα δοκίμιο του ιστορικού Lynn White [2], το οποίο απέδιδε ευθύνες για την οικολογική κρίση της εποχής μας στον χριστιανισμό και την επιρροή του. Σύμφωνα με τον Χουάιτ, η πραγματική αιτία για την τεράστια εκμετάλλευση των φυσικών πόρων του πλανήτη μας βρίσκεται στην εντολή της δημιουργίας, «γεμίσατε την γην και κυριεύσατε αυτήν». Και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι επειδή τα αίτια είναι θρησκευτικής μορφής, οι λύσεις θα πρέπει να αναζητηθούν στη θρησκεία. Προτείνει, λοιπόν, μια αλλαγή νοοτροπίας δια μέσου του Βουδισμού Ζεν ή των αρχικών πεποιθήσεων των Φραγκισκανών, θεωρώντας τον Άγιο Φραγκίσκο της Ασίζης ως προστάτη όλων των οικολόγων.
          Το άρθρο αυτό του Χουάιτ προκάλεσε στην Αμερική της εποχής εκείνης μια έντονη συζήτηση που ο Σέιφερ, στο βιβλίο του, σχολιάζει.
          Ο Σέιφερ ασχολείται πρώτα με την πανθεϊστική προσέγγιση (που προβάλλει ο Χουάιτ), η οποία για πολλούς ανθρώπους σήμερα νομιμοποιεί το αίτημα για μια ριζοσπαστική περιβαλλοντική ηθική.
          Το πρώτο σημείο κριτικής του Σέιφερ αποτελεί το γεγονός ότι ο πανθεϊσμός ασχολείται με το όλο και όχι με τα μέρη του. Στο πλαίσιο αυτό, ο άνθρωπος και η φύση, ως μέρη του συνόλου γενικότερα, είναι λιγότερο ενδιαφέροντα, επειδή νόημα έχει μόνο το 'παν', δηλαδή το σύνολο που συμπεριλαμβάνει τις αλληλεπιδράσεις των μερών του. Δεύτερον, η πανθεϊστική σκέψη δεν είναι μόνο αδύναμη ως θεωρία, επειδή δεν προβλέπει συγκεκριμένες εξηγήσεις για τα μέρη, αλλά είναι ανίκανη και ως κοσμοθεωρία. Δεν προσκαλεί π.χ. τον άνθρωπο σε διάλογο με τη φύση. Όταν αυτός απευθύνει στη φύση ερωτήματα, ο πανθεϊσμός έχει να τον πληροφορήσει μόνο για τις καλές ιδιότητες της και όχι για τις καταστροφικές, οι οποίες προκαλούν συχνά πόνο. Τρίτον, κατά την πανθεϊστική άποψη ο άνθρωπος δεν έχει σημασία ούτε κατέχει ιδιαίτερη θέση απέναντι στην υπόλοιπη φύση. Η ιδέα περί αξιοπρέπειας του ανθρώπου συνεπώς, της είναι ιδέα ξένη.
          Αντίθετα, η Βίβλος αναγνωρίζει την φύση ως αυθύπαρκτη. Δεν είναι θείας μορφής η φύση, αλλά υπάρχει αντικειμενικά. Είναι αυτή ακριβώς η ιδέα, τονίζει ο Σέιφερ, που τελικά ώθησε την ανθρωπότητα στην ανάπτυξη της σύγχρονης επιστήμης.
          Η βυζαντινή θεολογία πριν την Αναγέννηση, με την αποκλειστική έμφασή της στο θείο, σε αντίθεση με το επίγειο, καθιστά για τον Σέιφερ μια εξίσου λανθασμένη προσέγγιση. Σ' αυτή τη μορφή του πλατωνισμού, μόνο το θείο, το απόκοσμο, έχει σημασία. Το θείο δεν είναι δυνατό να απεικονίζεται παρά μόνο ως σύμβολο.
          Η Μεταρρύθμιση, με την έμφασή της στην αποκάλυψη του Θεού τόσο στην Αγία Γραφή όσο και στη φύση, έφερε τη σχέση μεταξύ του ουράνιου και του επίγειου πάλι σε ισορροπία [3]. Ο Σέιφερ παρατηρεί έναν παρόμοιο "πλατωνικό διαχωρισμό" σε ορισμένους "αγιαστικούς" θρησκευτικούς κύκλους και σήμερα.
          Ενώ κατά την πανθεϊστική άποψη τον θεό, "πάν", χαρακτηρίζει το άπειρο και το απρόσωπο, και ενώ σύμφωνα με τις πολυθεϊστικές πεποιθήσεις οι θεοί των αρχαίων λαών διακατέχονται κυρίως από προσωπικά χαρακτηριστικά, ο Θεός των Ιουδαίων και των Χριστιανών είναι τόσο Θεός άπειρος όσο και Θεός με προσωπικότητα. Ο Σέιφερ υποστήριζε την ιδέα αυτή σε όλα σχεδόν τα γραπτά του, με βάση το εξής σχήμα:
          Η διπλή γραμμή στο διάγραμμα αντιπροσωπεύει το χάσμα που υπάρχει στο προσωπικό επίπεδο μεταξύ του ανθρώπου και της υπόλοιπης φύσης. Ο άνθρωπος ως προσωπική ύπαρξη (πλασμένος 'κατ' εικόνα Θεού'), έχει την ικανότητα επαφής με τον Θεό και, σε αντίθεση με την υπόλοιπη φύση, ως φύλακάς της, λαμβάνει από Εκείνον την εντολή να 'κυριεύει επ' αυτής'. Από την άλλη πλευρά, ένα χάσμα χωρίζει τον πεπερασμένο άνθρωπο και ολόκληρη την υπόλοιπη φύση από το μεγαλείο της φύσης του άπειρου Θεού. Εδώ ο άνθρωπος βρίσκεται πιο κοντά στην υπόλοιπη φύση παρά στον Θεό.
          Ο άνθρωπος βρίσκεται τόσο κοντά στη φύση όσο βρίσκεται και κοντά στο Θεό, αλλά σε διαφορετικά πλαίσια. Εδώ κρύβεται η θεωρητική προσέγγιση για την περιβαλλοντική δράση η οποία ούτε ανθρωποκεντρική [4] μπορεί να είναι ούτε φυσιοκεντρική [5].
          Η ιδέα της συν-δημιουργίας καθεαυτή δεν επαρκεί για να εξισώσει τον άνθρωπο με το υπόλοιπο της δημιουργίας. Η κοπή ενός δέντρου ή η θανάτωση ενός ζώου δεν μπορούν να θεωρηθούν 'φόνος'. Όμως, τόσο το δέντρο όσο και το ζώο αξίζουν τον σεβασμό του ανθρώπου. Ο Σέιφερ προειδοποιεί ότι η πλατωνική περιφρόνηση κάθε υλικού, και επομένως της φύσης, είναι εσφαλμένη επειδή έρχεται σε αντίθεση με τον ίδιο το Θεό, ο οποίος υποστηρίζει τη δημιουργία του. Από θεολογικής άποψης, πρώτον, η ενσάρκωση και η ανάσταση του Χριστού αποτελούν έντονο δείγμα για το γεγονός ότι ο Θεός υποστηρίζει τη δημιουργία του, η οποία γι' Αυτόν έχει αξία. Δεύτερον, αγάπη για τον Δημιουργό προϋποθέτει τον σεβασμό προς την δημιουργία του. Ή, σε ελεύθερη απόδοση του Α' Ιωάν. 4, 20: «Πώς μπορεί κανείς να πει, 'αγαπώ τον Θεό' και να μισεί τη δημιουργία του, αλλά ... αν κάποιος δεν αγαπά τη δημιουργία του Θεού, που βλέπει, πώς μπορεί να αγαπά τον Θεό τον οποίο δεν βλέπει;»
          Ο Σέιφερ επεκτείνει την επιχειρηματολογία του με την ερμηνεία του βιβλικού χωρίου από την επιστολή προς Ρωμαίους 8, κατά το οποίο η κτίση αναμένει την «αποκάλυψη των υιών του Θεού». Αυτή η 'αποκάλυψη' κατά τον Σέιφερ δεν αφορά στο μέλλον μόνο, αλλά υποχρεώνει τους χριστιανούς σε ένα 'εδώ και τώρα'. Και κάνει χρήση της εικόνας του Πάσχα των Ισραηλιτών στη Παλαιά Διαθήκη όπου η σωτηρία από τα χέρια του 'άγγελου του θανάτου' εξαρτιόταν από το αίμα του αμνού στην πόρτα της οικίας. Η υπόσχεση (καθώς και η κρίση) ίσχυαν προφανώς όχι μόνο για τους ανθρώπους αλλά και για τα ζώα. Παρομοίως, η λύτρωση μέσω του εξιλαστήριου θανάτου του Ιησού Χριστού, έχει επίπτωση σε ολόκληρη τη δημιουργία. Ο Σέιφερ χρησιμοποιεί την έκφραση 'ουσιαστική ίαση' για να εξηγήσει ότι, όπως η σωτηρία για τους πιστούς είναι ουσιαστικής σημασίας, επειδή οδηγεί σε συμφιλίωση με το Θεό και με τον συνάνθρωπο, εξίσου ουσιαστική είναι και για μια επανόρθωση, της εξ' αιτίας της αμαρτίας διαταραγμένης σχέσης του ανθρώπου με την υπόλοιπη φύση. Μπορεί το γεγονός αυτό να μην αποτελεί ακόμα ολοκληρωμένη θεραπεία του προβλήματος, όμως είναι ουσιαστική και βασίζεται στην ελπίδα.
          Ο Σέιφερ αναζητάει μια επανεξέταση της σημασίας του όρου 'κυριαρχία' στο εδάφιο Γένεση 1, 28. 'Κυριαρχία' δεν πρέπει να συγχέεται με 'αυταρχία', επειδή αυτή είναι ιδιότητα του Δημιουργού και μόνο. Αντιθέτως, η ερμηνεία πρέπει να αναζητηθεί στη Καινή Διαθήκη, π.χ. στην παραβολή των 'ταλάντων'. Η πιο κατάλληλη έκφραση φαίνεται να είναι η λέξη 'διαχείριση', επειδή η δημιουργία δεν ανήκει στον άνθρωπο, αλλά είναι του Θεού. Ως επακόλουθο της πτώσης, ο άνθρωπος χρησιμοποίησε την εξουσία που του είχε παραχωρήσει ο Θεός για το κακό, με δυσμενή επακόλουθα για ολόκληρη την συν-δημιουργία του.
          Άνθρωποι που έχουν αποδεχθεί τη σωτηρία του Θεού καλούνται να ανατρέψουν την εξέλιξη αυτή, όσο το δυνατόν. Να χρησιμοποιούν την 'εξουσία' τους πάνω στη φύση υπεύθυνα, με μέτρο και με διάκριση.
          Το ευαγγέλιο της σωτηρίας εν Χριστώ προσφέρει μια προσέγγιση για οικολογική δράση. Η αλλαγή δεν αναμένεται αποκλειστικά στο απώτερο μέλλον, αλλά αρχίζει ήδη από το σήμερα. Ένα ερώτημα τίθεται άμεσα: Είναι ορατή αυτή η ουσιαστική διαδικασία ίασης σήμερα και πού; Για τον Σέιφερ είναι η εκκλησία (η σύναξη των πιστών) το φόρουμ στο οποίο αναδεικνύεται αυτή η 'ουσιαστική ίαση της φύσης' που φέρνει η σωτηρία. Επειδή η απληστία ως κινητήρια δύναμη μιας απερίσκεπτης εκμετάλλευσης της φύσης (π.χ. για την επίτευξη γρήγορου κέρδους) και ως κύρια αιτία αυτής της ανθρώπινης συμπεριφοράς, αντιμετωπίζεται ουσιαστικά δια μέσου της σωτήριας 'μετάνοιας' και στροφής στον Χριστό.
          Μόνο το Ευαγγέλιο προσφέρει τη δυνατότητα για αλλαγή. Ποιός άλλος από τον πιστό καλείται σε αποτελεσματική δράση δια μέσω της πίστης του; Πέρα από αυτό, καταλήγει ο Σέιφερ, η χριστιανική πίστη, πρέπει αναγκαστικά να βρίσκεται σε συνάρτηση και με το πώς αντιμετωπίζουμε τη φύση στο περιβάλλον που ζούμε.

[1] Francis A. Schaeffer, «Pollution and the death of man: The Christian view of ecology», London, Hodder and Stoughton, 1970
[2] Lynn Townsend White, Jr., «Historical roots of our ecological crisis», Science 155 (1967), 1203-1207
[3] Φράνσις Σέιφερ: «Φυγή από τη Λογική», περιοδ. Σάλπισμα, εκδ. Ελληνικό Ινστιτούτο της Βίβλου, τεύχη Οκτωβρίου 1977-Οκτωβρίου 1978
[4] Εννοεί τον προσανατολισμό του φυσικού κόσμου προς τον άνθρωπο ως κέντρο της δημιουργίας
[5] Εννοεί την εξίσωση ανάμεσα σε όλες τις μορφές της ζωής

8 Ιανουαρίου 2011

O Eric Metaxas και το Ερώτημα του Θεού


Μεταφέρω αποσπάσματα από ένα άρθρο της Vicki JYiannias από την Νέα Υόρκη που δημοσίευσε στην ελληνο-αμερικανική εβδομαδιαία εφημερίδα Greek News στο οποίο γράφει για τον ελληνο-αμερικανό Χριστιανό απολογητή Eric Metaxas.
          Θυμάστε το μικρό αγόρι στο σχολείο σας, το οποίο  πάντα είχε κάτι να πει ή να κάνει, είτε ως απάντηση σε κάποιον είτε ακριβώς για να διασκεδάσει τους συμμαθητές του; Έναν τέτοιον θέλω να σας γνωρίσω. Πρόκειται για τον καλλιτέχνη-ψυχαγωγό Eric Μεταξά. Ο Μεταξάς δεν έχει μόνο το χάρισμα να ψυχαγωγεί. Ξέρει να διασκεδάζει τους συνανθρώπους του με κάτι σοβαρό και ουσιαστικό, επειδή έχει μελετήσει πολύ και βαθειά τα πνευματικά θέματα. Αυτό βέβαια το ανακαλύπτει κανείς αμέσως, όταν  διαβάσει το βιβλίο του, «Αυτό που πάντα θέλατε να ξέρετε για τον Θεό (αλλά φοβόσασταν να ρωτήσετε)». Επίσης  μαθαίνοντας, ότι ο Ε. Μεταξάς έχει ιδρύσει και φιλοξενεί το περίφημο,  «O Σωκράτης  στην Πόλη», ένα forum συζήτησης με πρωτο-κλασσάτους ομιλητές γύρω από θέματα όπως, «η ζωή, ο Θεός, και άλλα μικρά θέματα». 
          Στο έργο του, «Αυτό που πάντα θέλατε να ξέρετε για τον Θεό», ο Μεταξάς ασχολείται με κοινά ερωτήματα μεγάλου όμως μεγέθους. Μερικά παραδείγματα ερωτήσεων: Πώς μπορεί ένας καλός Θεός να δημιουργήσει έναν κόσμο που φιλοξενεί το κακό και τη δυστυχία; Δεν έχει καταφέρει  η επιστήμη να κάνει τον Θεό έννοια ξεπερασμένη; Ποιά είναι η πραγματική εξήγηση για τα θαύματα;  Αν ο Θεός είναι παντού, γιατί να πρέπει να πάει κάποιος στην εκκλησία; Δεν είναι ο Θεός πολύ απασχολημένος με τη λειτουργία του σύμπαντος για να ενδιαφέρεται για τις λεπτομέρειες της καθημερινότητάς μου; Ο Ε. Μεταξάς γρήγορα συνειδητοποίησε ότι ήταν ακόμη μακρύς ο κατάλογος των ερωτήσεων που θα έπρεπε να αντιμετωπιστούν. Γι΄αυτό και στη συνέχεια του έργου του με τίτλο, «Όλα τα υπόλοιπα που πάντα θέλατε να ξέρετε για τον Θεό (αλλά φοβόσασταν να ρωτήσετε)», δίνει συνέχεια στις απαντήσεις. Κι αυτό το βιβλίο του ξεχωρίζει με τον φιλόξενο τόνο που το χαρακτηρίζει. Με χιούμορ ο Μεταξάς καταφέρνει να ξεπεράσει τις άμυνες των αναγνωστών παρουσιάζοντας βιβλικές αλήθειες σε σκεπτικιστές, ελεύθερα πνεύματα, αγνωστικιστές,  ακόμα και σε νέους πιστούς που ζητούν εξηγήσεις για τα βασικά θέματα της χριστιανικής πίστης. 
          Αν και επισήμως δεν εγκατέλειψε την Ορθόδοξη Εκκλησία και τρέφει, όπως ο ίδιος λέει, «μεγάλο σεβασμό» για την Ορθόδοξη Εκκλησία, ο Μεταξάς εκκλησιάζεται μαζί με την οικογένειά του σε Ευαγγελική  Επισκοπική Εκκλησία στη Νέα Υόρκη. Σημειώνει όμως με ανησυχία ότι, «εκτός από κάποιες συντηρητικές ενορίες και μητροπόλεις της, η Επισκοπική Εκκλησία έχει στρέψει την πλάτη της στην ιστορική  χριστιανική πίστη  και βρίσκεται σε μεγάλο κίνδυνο από εξάτμιση σε ασχετοσύνη. Είναι τραγικό και πολύ λυπηρό αυτό το γεγονός», λέει.
          Ρωτήσαμε τον κ. Μεταξά για τις θεολογικές απόψεις που εκφράζονται στα δύο του αυτά βιβλία για τον Θεό. Και μας εξήγησε: «Είμαι αυτό που ο C. S. Lewis θα αποκαλούσε ένας ‘απλός χριστιανός’ και το κάθετι στα δύο βιβλία μου είναι γραμμένο από μια σκοπιά, που ο C. S. Lewis θα ονόμαζε ‘απλός χριστιανισμός’, που σημαίνει ότι δεν αγγίζει, ό,τι κάνει διαμαρτυρόμενους, καθολικούς και ορθόδοξους χριστιανούς να διαφωνούν.  Εκφράζουν μόνο βασικά θέματα της πίστης, από μια βασική, οικουμενική χριστιανική σκοπιά στην οποία συμφωνούν όλοι».
         «Όλα τα υπόλοιπα που πάντα θέλατε να ξέρετε για τον Θεό (αλλά φοβόσασταν να ρωτήσετε)» δεν είναι το μόνο νέο βιβλίο του Μεταξά. Υπάρχει και το «Amazing Grace: William Wilberforce» που ασχολείται με την ηρωική εκστρατεία για τον τερματισμό της δουλείας, την άξια μνημόνευσης ζωή, του βρετανού Ουίλιαμ Ουίλμπερφορς (1759-1833), που εμπνευσμένος από μια θρησκευτική ώθηση, σε ηλικία 26 ετών, αφιέρωσε τη ζωή του στην κατάργηση της δουλείας σε ολόκληρη τη βρετανική αυτοκρατορία. Το τελευταίο βιβλίο του Μεταξά, «Bonhoeffer: Pastor, Martyr, Prophet, Spy» ασχολείται με τη βιογραφία του διάσημου γερμανού ευαγγελικού θεολόγου Ντίντριχ Μπόνχεφερ, ο οποίος φυλακίστηκε και εκτελέστηκε από τους Ναζί.
          Γεννημένος στην Αστόρια, Κουίνς της Νέας Υόρκης και μεγαλωμένος στο Danbury του Connecticut ο κ. Μεταξάς ζει σήμερα στη Νέα Υόρκη μαζί με τη σύζυγο και την κόρη τους. Είναι απόφοιτος του πανεπιστημίου Γέιλ. Έχει γράψει εκτενώς στο Atlantic Monthly, στη New York Times, στη Washington Post, όπως και για περιοδικά όπως το Books & Culture, Christianity Today, Mars Hill Review, First Things, και στην ιστοσελίδα Breakpoint του Charles Colson.  Είναι δημοφιλής προσκεκλημένος σε ραδιοφωνικά και τηλεοπτικά προγράμματα στις ΗΠΑ.