29 Ιανουαρίου 2017

Η εποχή της μετα-αλήθειας

«Μετα-αλήθεια» είναι η λέξη που προστέθηκε επισήμως στο αγγλόφωνο λεξιλόγιο το 2016. Το λεξικό της Οξφόρδης την εξηγεί ως «συνθήκες υπό τις οποίες αντικειμενικά γεγονότα έχουν λιγότερη επιρροή στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης από προσφυγές στο συναίσθημα και την προσωπική πίστη» των ανθρώπων.

Φαινόμενα όπως το Brexit στη Βρετανία, ο μαχητικός λαϊκισμός και αντιευρωπαϊσμός στην Ευρώπη γενικά, καθώς και η εκλογή Τραμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες αποτελούν πλέον σταθερές ενδείξεις ότι ο «δυτικός πολιτισμός» βρίσκεται υπό διάλυση και ότι οι δυτικές κοινωνίες βρίσκονται στο κατώφλι μιας νέας εποχής. Χαρακτηριστικά της εποχής αυτής είναι: διχασμένες και πολωμένες κοινωνίες, ρατσισμός και μια αυξανόμενη αντιπάθεια απέναντι στις μειονότητες, φαινόμενα απομονωτισμού και εθνο-λατρείας (π.χ. «αγοράζουμε ελληνικά» και «America first»), στροφή πέρα από τα ΜΜΕ προς τα κοινωνικά δίκτυα για ενημέρωση, καθώς και μια αντιπάθεια απέναντι στις πολιτικές και οικονομικές «ελίτ», ως τους κύριους υπαίτιους για τα δεινά της παγκοσμιοποίησης που πλήττουν τις δυτικές κοινωνίες. Στο πνευματικό επίπεδο, η «νέα» εποχή χαρακτηρίζεται από έναν αντι-διανοητισμό και αποστροφή της ορθολογικής σκέψης που στηρίζεται σε δεδομένα.

Κάποιες πρόσφατες αντιπαραθέσεις, όπως αυτή γύρω από τον ακριβή αριθμό πολιτών που ήσαν παρόντες κατά τηνορκωμοσία Τραμπ, σε αντίθεση με τον αριθμό παρευρισκομένων κατά την ορκωμοσία Ομπάμα το 2009, έχουν οδηγήσει στη δημιουργία νέων εννοιών όπως τα δήθεν «εναλλακτικά στοιχεία» που είχε στη διάθεσή του ο πρόεδρος Τραμπ ο οποίος δήλωσε πως οι παρευρισκόμενοι ξεπερνούσαν το ένα εκατομμύριο (κατ’ αυτόν, ο μεγαλύτερος αριθμός παρευρισκομένων σε ορκωμοσία προέδρου) σε αντίθεση με αυτά που έδειχναν συγκριτικές αεροφωτογραφίες. Αυτή η διαμετρικά αντίθετη με την κοινή λογική αντίληψη κάποιων σε ότι αφορά επιστημονικά δεδομένα (π.χ. η άρνηση των φαινομένων θερμοκηπίου ή και η πρόσφατη άρνηση αναγνώρισης των αεροφωτογραφιών κατά την ορκωμοσία) έχουν ξεσηκώσει την επιστημονική κοινότητα. Σε άρθρο τους ερευνητές φαινομένων αντίληψης και ψευδαίσθησης τονίζουν το εξής [1]: «Έχουμε, ξανά και ξανά,  παρατηρήσει σε επιστημονικά πειράματα, πως δεν πρέπει να εμπιστευόμαστε τις αισθήσεις μας απόλυτα. Ανεξάρτητα από το πόσο σίγουροι μπορούμε να νιώθουμε για την αντίληψη των συμβάντων γύρω μας, μπορεί να σφάλουμε ολότελα. Το πρόβλημα βρίσκεται στο ότι κανείς δεν βιώνει την πραγματικότητα άμεσα. Κάθε τι που παρατηρούμε, κάθε ήχος, κάθε συναίσθημά μας φιλτράρεται από το βιολογικό υλικό και μέσω της επεξεργασίας των πληροφοριών στον εγκέφαλό. … Αλλά ακόμα και αν οι αισθήσεις μας δεν μπορούν να μας βοηθήσουν να αντιληφθούμε πλήρως τον κόσμο γύρω μας, υπάρχουν σαφείς κανόνες στην διαδικασία απόκτησης μιας αμερόληπτης γνώσης, όπως και τρόποι αντικειμενικής καταγραφής της πραγματικότητας. Είναι εδώ που η επιστημονική μέθοδος, και η έρευνα των ψευδαισθήσεων μπορεί να βοηθήσει.»


Πως οι αισθήσεις μας μπορούν να μας πείσουν πως αντικείμενα μπορούν να κυλίσουν από μόνα τους ενάντια την ανηφόρα. Δείτε το βίντεο εδώ

Και καταλήγουν πως στη νέα εποχή των πλαστών ειδήσεων και της μετα-αλήθειας η αναζήτηση της αντικειμενικής αλήθειας και των μη-«εναλλακτικών δεδομένων» είναι πιο επιτακτική παρά ποτέ. Επιστήμονες και δημοσιογράφοι πρέπει να ενώσουν τις δυνάμεις τους σε μια κοινή προσπάθεια, γράφουν, και να μη διστάζουν να υψώσουν τη φωνή τους στις αναλήθειες, είτε πρόκειται για ανθρώπινα λάθη είτε για εσκεμμένη παραπλάνηση. Σχετικά με αυτό που τώρα ονομάζεται «μετα-αλήθεια» δεν πρόκειται παρά για μια ψευδαίσθηση, χωρίς καμία βάση στη πραγματικότητα. Η πραγματική αλήθεια είναι αδιάβρωτη από ανθρώπινες επιθυμίες, συναισθήματα ή πεποιθήσεις.

Το ερώτημα «τι είναι αλήθεια;» είναι παλιό. Η αντιπαράθεση του Ιησού με τους αντιπάλους του στην Καινή Διαθήκη άνοιξε νέους ορίζοντες σκέψης γι’ αυτούς, όταν π.χ. τους μιλούσε για τον διάβολο ως ψεύτη και ανθρωποκτόνο (Ιωάν. 8, 44-47) αλλά και η διδασκαλία του, πως η υπακοή στα λόγια του οδηγεί στην αλήθεια και τελικά στην ελευθερία: «εάν μείνητε εν τω λόγω τω εμώ, είσθε αληθώς μαθηταί μου, και θέλετε γνωρίσει την αλήθειαν και η αλήθεια θα σας ελευθερώσει».


[1] Susana Martinez-Conde και Stephen L. Macknik, The Delusion of Alternative Facts. How science can guide the search for "actual" truth in our posttruth era (Η αυταπάτη εναλλακτικών γεγονότων. Πώς η επιστήμη μπορεί να καθοδηγήσει την αναζήτηση για "πραγματική" αλήθεια στην εποχή της μετα-αλήθειας), 27 Ιανουαρίου 2017, https://blogs.scientificamerican.com/illusion-chasers/the-delusion-of-alternative-facts/

14 Ιανουαρίου 2017

Διδάγματα από τη Φυσική σχετικά με τη Δεύτερη Εντολή

Σχετικά με το αρχαίο δημοκρίτειο ερώτημα «τι είναι ύλη;» επικρατούσε στις αρχές του περασμένου αιώνα η απλοϊκή αντίληψη πως τα άτομα αποτελούνται από ηλεκτρόνια, πρωτόνια και νετρόνια ως στοιχειώδη σωμάτια. Με τη θεωρία της σχετικότητάς του ο Αϊνστάιν, το 1905, απάντησε πως η ύλη είναι ενέργεια και κίνηση. Αλλά μέχρι σήμερα η επιστήμη ψάχνει για βαθύτερη απάντηση στο ερώτημα αυτό[1].

Όλα ήρθαν άνω κάτω στην επιστημονική σκέψη όταν ο Αϊνστάιν κατάφερε να δώσει εξήγηση στο φωτοηλεκτρικό φαινόμενο, επιβεβαιώνοντας τα ευρήματα του Πλανκ περί ακτινοβολίας του μαύρου σώματος, πως δηλαδή ακτινοβολία εκπέμπεται σε συγκεκριμένα ποσά ενέργειας (κβάντα) ανάλογα με τη συχνότητά της. Μέχρι τότε η επιστήμη θεωρούσε πως το φως (και η ακτινοβολία γενικά) μεταδίδεται μόνο με μορφή (ηλεκτρομαγνητικών) κυμάτων. Όμως η εξήγηση του φωτοηλεκτρικού φαινομένου προϋπέθετε το φως να έχει ιδιότητα σωματίων. Οι δύο αυτές ιδιότητές αντιφάσκουν μεταξύ τους και η ανθρώπινη λογική δεν είναι σε θέση να συμβιβάσει τη συμπεριφορά σωματίων με μια συμπεριφορά κυμάτων.

Λίγα μόνο χρόνια μετά την ανακάλυψη του Πλανκ σχετικά με το φως, ο γάλλος φυσικός Λουί ντε Μπρολί υπέθεσε πως όχι μόνο το φως αλλά και η ύλη, σε μικροσκοπικό πλαίσιο, συμπεριφέρεται ως «κύμα». Η παράξενη αυτή υπόθεσή του επιβεβαιώθηκε λίγο αργότερα σε πείραμα από τους αμερικανούς φυσικούς Clinton Davisson και Lester Germer. Φανταστείτε ένα άτομο υδρογόνου να εκτοξεύεται σε μία οθόνη που περιέχει δύο μικροσκοπικές οπές. Θα υποθέταμε πως το άτομο αυτό θα περνούσε είτε από την μία είτε από την άλλη οπή, ποτέ όμως ταυτόχρονα και από τις δύο. Τα πειράματα των Davisson και Germer όμως έδειξαν σαφή αποτελέσματα, ότι παραδόξως υλικά σωμάτια είναι σε θέση να «περάσουν» ταυτόχρονα και από τις δύο οπές, δημιουργώντας την γνωστή εικόνα συμβολής, κάτι ασυμβίβαστο με την έννοια του ατόμου ως σωμάτιο.


Περίθλαση ηλεκτρονίων, παρόμοια με τα πειράματα των Davisson και Germer.

Η υπόθεση του ντε Μπρολί επιβεβαίωσε πως τόσο το (άυλο) φως όσο και τα υλικά σωμάτια μας  προβληματίζουν με μια «παράδοξη συμπεριφορά» στον μικρόκοσμο. Κι επειδή οι επιστήμονες δεν μπορούν να συμβιβάσουν το «ασυμβίβαστο», τα αποδέχονται πλέον ως συμπληρωματικές όψεις της ίδιας πραγματικότητας. Ο όρος που επικράτησε κατονομάστηκε από τον δανό φυσικό Niels Bohr ως Αρχή της Συμπληρωματικότητας.

Φαινόμενα σαν κι αυτά μας «απαγορεύουν» να προσδιορίσουμε με σαφήνεια την ουσία της ύλης ή και του φωτός, γεγονός που οδήγησε τον Άρθουρ Κέσλερ να γράψει χαρακτηριστικά: «Η μοντέρνα Φυσική μοιάζει σα να υπακούει στη Δεύτερη Εντολή: Ου ποιήσεις σ’ εαυτώ είδωλον  – ουδέ του Θεού ουδέ των πρωτονίων»[2]. Παρόλο που το ύφος του ρήματος του Κέσλερ δεν ήταν παρά ειρωνικό, εξέφραζε στην κυριολεξία μια αλήθεια! Η Δεύτερη Εντολή όντως μιλάει για ειδωλολατρία που βρίσκεται πέρα από τις ειδωλολατρικές παραδόσεις του πρωτόγονου ανθρώπου. Η Πρώτη Εντολή αποκλείει την τοποθέτηση ειδώλων πλάι στον Κύριο και Δημιουργό του Σύμπαντος. Η Δεύτερη απαγορεύει την άπρεπη λατρεία του Θεού.

Ο δυαδισμός της ύλης και του φωτός και η εξήγηση που προσφέρει η κβαντική φυσική οδήγησαν την επιστημονική κοινότητα σ’ αυτό που έγινε γνωστό ως η Αρχή της Αβεβαιότητας. Σύμφωνα μ’ αυτή είναι αδύνατο να μετρηθεί ταυτόχρονα και με ακρίβεια – ούτε πρακτικά ούτε και θεωρητικάη θέση και η ορμή (ταχύτητα) ενός σωματίου. Η απροσδιοριστία αυτή δεν προκαλείται από ανακρίβεια στην παρατήρηση των φαινομένων στο μικρόκοσμο αλλά είναι μια ουσιαστική, παρ’ ότι αινιγματική, ιδιότητα του μικρόκοσμου η οποία επιβεβαιώνεται πειραματικά[3]. Επιστημονικά δεν μπορούμε, σε αντίθεση με την μέχρι τότε επικρατούσα αντίληψη περί αιτιοκρατίας[4], να προσδιορίσουμε την ακριβή αιτία ενός μεμονωμένου γεγονότος παρά μόνο στατιστικά. Η διαπίστωση αυτή έφερε τα άνω-κάτω στο φιλοσοφικό οικοδόμημα της εποχής που βασιζόταν στην αιτιοκρατία. Γι’ αυτό και η Αρχή της Αβεβαιότητας θεωρείται σημαντική πέρα από τον στενό επιστημονικό τομέα. Κάποιοι είδαν στην ανακάλυψη αυτή ένα παραθυράκι που άνοιξε η επιστήμη για παρέμβαση του Θεού στη Φύση! Όπως και νάχουν τα πράγματα, η Φυσική φαίνεται πως καταδεικνύει όρια στην ανθρώπινη σκέψη. Το ερώτημα «τί είναι ύλη;» δεν βρίσκει εύκολη απάντηση. Στη προσπάθεια του ανθρώπου να προσεγγίσει την εξήγησή της η Αρχή της Αβεβαιότητας του «απαγορεύει» τον απ’ ευθείας προσδιορισμό, όπως σοφά διαπίστωσε ο Κέσλερ.

Η Δεύτερη Εντολή[5] είναι η μόνη εντολή στην οποία ο Θεός χρησιμοποιεί εκτεταμένη περιγραφή του χαρακτήρα Του, π.χ. ότι είναι Θεός «ζηλότυπος, ανταποδίδωντας αμαρτίας», αλλά και Θεός ελέους. Η εκτεταμένη αυτή περιγραφή του Θεού δίνει στη Δεύτερη Εντολή μια ιδιαίτερα σημαντική χροιά. Μιλάει για ειδωλολατρία που δεν διακρίνεται άμεσα ως τέτοια. Το να θέλει ο άνθρωπος να κάνει «ομοίωμα» των όσων είναι «εν τω ουρανώ άνω», δηλαδή της παρουσίας του Θεού, προϋποθέτει βαθειά κατανόηση του αντικειμένου απεικόνισης. Κατά πόσο κάτι τέτοιο είναι δυνατό, ενόψει των ανθρωπίνων ικανοτήτων – π.χ. μιας βέλτιστης νοητικής εργαλειοθήκης ή μιας εξαίσιας καλλιτεχνικής ευαισθησίας –, θα πρέπει πέρα για πέρα να θεωρηθεί αμφισβητήσιμο επιχείρημα. Ο άνθρωπος δεν είναι σε θέση να εξηγήσει καλά-καλά τη Φύση που τον περιβάλλει, πώς να μπορέσει να απεικονίσει τον αόρατο Δημιουργό της. Η κατασκευή ομοιώματος του Θεού προϋποθέτει πλήρη αντίληψη του τι εστίν Θεός. Γι’ αυτό η απεικόνιση της υπερβατικής πραγματικότητας θάταν ένα πέρα για πέρα απλουστευτικό εγχείρημα. Θα περιόριζε, ίσως και αχρήστευε, κάθε καλοπροαίρετη ερμηνεία του;

Ένας από τους λόγους που κάνουν τον άνθρωπο να ξεχωρίζει από τον Δημιουργό είναι ότι το δημιούργημα εξ’ ορισμού δεν μπορεί να φτάσει το ανάστημα του γεννήματος. Ως δημιουργήματα του Θεού λοιπόν, μπορεί μεν να του μοιάζουμε σε πολλά χαρακτηριστικά, αλλά ποτέ δεν είμαστε φύση Του! Ως άνθρωποι ζούμε στο χώρο και τον χρόνο, ο Θεός όμως είναι άπειρος (δηλαδή πανταχού παρών) και αιώνιος. Ως άνθρωποι έχουμε περιορισμένη δύναμη και εξουσία στο περιβάλλον μας, ο Θεός όμως είναι παντοδύναμος. Ως άνθρωποι είμαστε ηθικά άδικοι (τουτέστιν αμαρτωλοί) και υπόλογοι, ο Θεός όμως είναι ηθικά δίκαιος και άγιος. Τέτοιου είδους χαρακτηριστικά μας καθιστούν υποδεέστερα όντα απέναντι στο Θεό και κάτω από την απαγόρευση της Δεύτερης Εντολής.

Στη συνομιλία του με την Σαμαρείτισα ο Ιησούς αναφέρεται στην ανάγκη αληθινής λατρείας του Θεού, δηλαδή «εν πνεύματι και αληθεία» (Ιωάν. 4, 23). Το θέμα δεν είναι απλό, ακριβώς επειδή ο Θεός είναι κυρίαρχος και προσδιορίζει τον Εαυτό του ως «Εγώ είμαι αυτός που είμαι» (Έξοδος 3, 14). Συμβαίνει κάτι παρόμοιο μ’ αυτό που σαν άνθρωποι επιχειρούμε να περιγράψουμε επακριβώς σε ότι αφορά τη φύση της ύλης ή του φωτός. Τα φυσικά φαινόμενα, ξεφεύγουν την ακριβή καταγραφή, όπως δείχνουν τα πειράματα της Φυσικής, κάνοντας αδύνατο το εγχείρημα να σχηματίσει ο άνθρωπος σαφή εικόνα της ύλης. Μέσω της Φύσης λοιπόν, και σύμφωνα με τη Γραφή, ο αόρατος Δημιουργός μας αποκαλύπτει πως «τα... αόρατα αυτού, δηλαδή η παντοτινή δύναμη και θεότητα, από την κτίση του κόσμου βλέπονται φανερά, νοούμενα δια μέσον των ποιημάτων...» (Ρωμ. 1, 20). Αναγκαστικά λοιπόν, το κάθε ανθρώπινο εγχείρημα απεικόνισης του υπερβατικού κόσμου δεν μπορεί παρά να οδηγήσει σε ασάφεια, διαστροφή και διαστρέβλωση τόσο σε ό,τι καθιστά την πραγματική ουσία του κόσμου, όσο και σε μία περιορισμένη αντίληψη περί Θεού, με οικτρές συνέπειες.

Οι συνέπειες είναι πρώτον, ότι οι άνθρωποι οδηγούνται σε λανθασμένη θεολογία επειδή απλουστεύουν τις ιδιότητες του Θεού στο σύνθετο σύνολό τους. Μπορεί κάποιοι θρήσκοι να δηλώνουν πως οι εικόνα του Εσταυρωμένου δεν είναι παρά ένα βοήθημα στην ορθή λατρεία τους. Ατενίζοντας την εικόνα – λένε – πως μπορούν να προσευχηθούν καλύτερα. Όμως ξεχνούν πως η εικόνα αυτή οδηγεί την ανθρώπινη προσήλωση στα πάθη και στον πόνο του Χριστού και έτσι σε μια απλουστευτική θεολογία του σύνθετου έργου που Εκείνος επιτέλεσε, επειδή ο Ιησούς Χριστός δεν είναι μόνο ο Εσταυρωμένος αλλά και ο Αναστημένος Κύριος της Οικουμένης. Άλλοι πάλι τρέφουν μέσα τους κάποια περιορισμένη αντίληψη για τον Θεό. Θεωρούν τον Θεό Καλό Πατέρα, Θεό που είναι Αγάπη, ξεχνώντας τις υπόλοιπες ιδιότητες Του που η Βίβλος επίσης μας αποκαλύπτει. Ο Θεός τους καταντάει βολικός, πειθαρχημένος, ο «θεούλης» των παιδικών προσευχών, θεός για όλα τα χατίρια, κι επειδή μας αγαπάει τον ανακηρύττουν περιεχόμενο ενός ευαγγελίου της ευμάρειας και της υγείας. Πίσω από τις δογματικές και θεολογικές διαφορές των χριστιανών, λοιπόν,  κρύβονται απλουστευτικές αντιλήψεις περί Θεού και συχνά οδηγούν τους πιστούς σε διαμάχες εξοργίζοντας τον Θεό και επιφέροντας κρίση πάνω στους ανθρώπους.

Δεύτερον, πλάθοντας μια εικόνα για τον Θεό, ο άνθρωπος σκοπεύει, με τον τρόπο αυτό, στην ιδιωτικοποίηση και κατοχή του. Ειδικά στις κοσμικές κοινωνίες του δυτικού κόσμου, στην Ευρώπη και την Αμερική, όπου στο όνομα της επιστήμης επιχειρείται ο περιορισμός της χριστιανικής μαρτυρίας στα πλαίσια των ορίων της εκκλησίας και της σκέψης περί Θεού στα πλαίσια της προσωπικής γνώμης του καθενός. Πίσω από τέτοιες νοοτροπίες βρίσκεται η τάση προσωπικής κατοχής του Θεού από τον άνθρωπο.

Ο αληθινός και ζωντανός Θεός είναι αλλιώς απ’ ότι εμείς τον φανταζόμαστε. Είναι Θεός «ζηλότυπος, ανταποδίδων τας αμαρτίας», διδάσκει η Δεύτερη Εντολή. Είναι ο Αρχιτέκτονας και ο Νομοθέτης της Φυσικής Τάξης. Αντιμέτωπος μ’ αυτή την πραγματικότητα ο άνθρωπος γρήγορα φτάνει στα όρια των δυνατοτήτων του.

Περίληψη άρθρου μου που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Αστήρ της Ανατολής", τεύχος Νοεμβρίου 2016. Δείτε όλο το άρθρο ηλεκτρονικά εδώ: http://filos-europe.com/areopagus-briefs/archives/62




[1]    Βλ. άρθρο μου «Τα Μυστήρια της Ύλης. Τα νεώτερα πειράματα στο CERN και η Φυσική των Υψηλών Ενεργειών στα ίχνη του Δημιουργού;» στον ιστότοπο http://filos-europe.com/areopagus-briefs/archives/34
[2]    Arthur Koestler, Οι ρίζες της σύμπτωσης, 2η έκδοση, 1974, σ. 41.
[3]    Θα μπορούσαμε ίσως να την παρομοιάσουμε με την όραση: Είναι αδύνατο να δούμε καθαρά ένα αντικείμενο που βρίσκεται πολύ κοντά στα μάτια μας, π.χ. την παλάμη του χεριού μας, και ταυτόχρονα τον φόντο πίσω. Μπορούμε να εστιάσουμε την όραση είτε σε κοντινό είτε σε μακρινό αντικείμενο, όχι όμως και στα δυο μαζί.
[4]    Ότι δηλαδή κάθε αποτέλεσμα πρέπει να έχει αιτία.
[5]    Έξοδος 20, 4-5; «Μη κάμεις σεαυτόν είδωλον, μηδέ ομοίωμα τινός, όσα είναι εν τω ουρανώ άνω, ή όσα εν τη γη κάτω ή όσα εν τοις ύδασιν υποκάτω της γης. Μη προσκυνήσης αυτά μηδέ λατρεύσεις αυτά, διότι εγώ Κύριος ο Θεός σου είμαι Θεός ζηλότυπος, ανταποδίδων τας αμαρτίας των πατέρων επί τα τέκνα τρίτης και τέταρτης γενεάς των μισούντων με και κάμνων έλεος εις χιλιάδας γενεών των αγαπώντων με και φυλατώντων τα προστάγματα μου».