5 Ιουλίου 2014

Το δηλητηριώδες νέφος και η ευθύνη του επιστήμονα

Ο Φριτς Χάμπερ (Fritz Haber) γεννήθηκε τον Δεκέμβρη του 1868 στο Μπρέσλαου, το σημερινό Βρότσλαβ της Πολωνίας. Οι γονείς του ήταν εβραίοι και ανήκαν στις πιο παλιές οικογένειες της πόλης. Σπούδασε χημεία και ανέπτυξε μαζί με τον Καρλ Μπος στο Πανεπιστήμιο της Καρλσρούης τη μέθοδο Χάμπερ-Μπος, που συνίσταται στην καταλυτική σύνθεση αμμωνίας από ατμοσφαιρικό υδρογόνο και άζωτο, σε υψηλή θερμοκρασία και πίεση. Το 1918 ο Χάμπερ τιμήθηκε με το βραβείο Νομπέλ Χημείας για την εργασία του αυτή. Η μέθοδος Χάμπερ-Μπος υπήρξε ένα ορόσημο στην ιστορία της βιομηχανικής χημείας, επειδή ανεξαρτητοποίησε την παραγωγή προϊόντων του αζώτου (λιπασμάτων, εκρηκτικών, κ.ά.) από τα αποθέματα ορυκτών, ιδίως του νιτρικού νατρίου, που εξορυσσόταν μόνο στη Χιλή. Έτσι η παραγωγή φθηνών νιτρικών λιπασμάτων απέτρεψε την πείνα εξαιτίας του υπερπληθυσμού της γης.
Ο Χάμπερ διαδραμάτισε πολύ σημαντικό ρόλο και στην ανάπτυξη των χημικών όπλων (αερίων) του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Μέρος αυτού ήταν και η σχεδίαση και κατασκευή μάσκας αερίου με απορροφητικά φίλτρα. Εκτός από την καθοδήγηση των ομάδων παρασκευής χλωρίου και άλλων αερίων για χρήση στον πόλεμο χαρακωμάτων, ο Χάμπερ ήταν προσωπικά παρών για να επιβλέπει την ασφαλή για τους γερμανούς στρατιώτες απελευθέρωση των αερίων κατά του εχθρού. Θεωρείται «πατέρας των χημικών όπλων»  και  ήταν υπερήφανος γι' αυτές τις υπηρεσίες που προσέφερε προς την πατρίδα του κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, για τις οποίες και του δόθηκε ο βαθμός του λοχαγού από τον Κάιζερ, γεγονός σπάνιο για έναν επιστήμονα μεγάλης ηλικίας. Στις μελέτες του πάνω στις επιδράσεις των δηλητηριωδών αερίων, ο Χάμπερ ανακάλυψε,  ότι η έκθεση σε χαμηλές συγκεντρώσεις δηλητηριώδους αερίου για μεγάλο χρονικό διάστημα είχε συχνά τα ίδια αποτελέσματα με την έκθεση σε υψηλές συγκεντρώσεις του ίδιου αερίου για μικρό χρονικό διάστημα. Διετύπωσε μια απλή μαθηματική σχέση ανάμεσα στη συγκέντρωση του αερίου και στον χρόνο εκθέσεως που χρειαζόταν για να επέλθει θάνατος. Αυτή η σχέση έγινε γνωστή ως «Κανόνας του Χάμπερ». Υπερασπίσθηκε τα χημικά όπλα ενάντια στις κατηγορίες ότι ήταν «απάνθρωπα», λέγοντας ότι ο θάνατος ήταν θάνατος, ανεξάρτητα από το μέσο που τον επέφερε. Κατά τη δεκαετία του 1920, επιστήμονες που εργάζονταν στο ινστιτούτο του ανέπτυξαν το χημικό προϊόν υδροκυανίου γνωστό ως «Κυκλώνας Β» (Zyklon B), που χρησιμοποιήθηκε ως εντομοκτόνο, καθώς και κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στα Ναζιστικά στρατόπεδα εξόντωσης.

Το 1901 ο Φριτς Χάμπερ παντρεύτηκε την Κλάρα Ίμερβαρ και το 1902 απέκτησαν ένα γιο, τον Χέρμαν. Η σύζυγος του, που ήταν και η ίδια χημικός (από τις πρώτες γυναίκες κατόχους διδακτορικού χημείας στην ιστορία παγκοσμίως), ήταν αντίθετη με την ενασχόλησή του με τα δηλητηριώδη αέρια και αυτοκτόνησε με το υπηρεσιακό  πιστόλι του άνδρα της στον κήπο τους στις 2 Μαΐου 1915, αντιδρώντας στην επιτόπια παρουσία του κατά την πρώτη επιτυχημένη χρήση χλωρίου στη δεύτερη Μάχη του Υπρ στις 22 Απριλίου 1915. Την ίδια ημέρα όμως ο Χάμπερ αναχώρησε για το Ανατολικό Μέτωπο, για να οργανώσει και να επιβλέψει προσωπικά την απελευθέρωση δηλητηριωδών αερίων κατά των Ρώσων.

Με την άνοδο του αντισημιτισμού στη γερμανική κοινωνία, ο γερμανο-εβραίος Χάμπερ, υποχρεώθηκε να φύγει από τη Γερμανία το 1933 εξαιτίας των διωγμών των Ναζί. Πήγε στο Κέμπριτζ της Αγγλίας για λίγους μήνες, αλλά ποτέ πια δεν εγκαταστάθηκε κάπου μόνιμα. Τον Ιανουάριο 1934, σε ηλικία 65 ετών, ο Φριτς Χάμπερ, απογοητευμένος από την κατασυκοφάντηση των (πραγματικά σημαντικών) επιστημονικών επιτευγμάτων του στην ίδια του την πατρίδα, πέθανε από καρδιακή προσβολή σε ένα ξενοδοχείο της Βασιλείας στην Ελβετία. 
Τα μέλη της οικογένειας του Χάμπερ διέφυγαν επίσης από τη ναζιστική Γερμανία. Η δεύτερη σύζυγός του Σαρλότ εγκαταστάθηκε στην Αγγλία με τα δύο τους παιδιά. Ο γιος του Χέρμαν, από την Κλάρα, μετανάστευσε στις ΗΠΑ κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και αυτοκτόνησε το 1946. Ως τραγική συνέπεια των επιστημονικών δραστηριοτήτων του Χάμπερ, κάποιοι συγγενείς του πέθαναν στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης από τον «Κυκλώνα Β» που εφευρέθηκε στο ίδιο του το εργαστήριο. Ο γιος του Λούντβιχ (1921-2004), έγινε σημαντικός ιστορικός του χημικού πολέμου και επηρεασμένος από τα γεγονότα έγραψε το βιβλίο «Το δηλητηριώδες νέφος» που εκδόθηκε το 1986 [1].

Η επιστήμη και η τεχνολογία δεν είναι σε θέση να δώσουν μια ικανοποιητική απάντηση στο θέμα της ευθύνης, επειδή αυτό εναπόκειται στην ατομική ευθύνη του επιστήμονα, ειδικά όταν πρόκειται για προβλέψιμες συνέπειες των πράξεων και των παραλείψεων του. Ο φυσικός Carl Friedrich von Weizsäcker θεωρεί πως ως επιστήμονας κανείς δεν έχει ευθύνη με τη νομική, αλλά με την ηθική της έννοια. Δηλώσεις εκ μέρους της επιστημονικής κοινότητας απηχούν μια ρεαλιστική-ουμανιστική προσέγγιση για υπεύθυνη δράση, δηλαδή: Αν ως ανθρωπότητα δεν δράσουμε υπεύθυνα, εμείς οι ίδιοι θα στερήσουμε στον εαυτό μας, αργά ή γρήγορα, από τα προς το ζην. 

Μια βιβλική προσέγγιση θεωρεί τον άνθρωπο ως διαχειριστή της δημιουργίας. Ο ρόλος του επιστήμονα είναι παρόμοιος μ’ αυτόν ενός χαρτογράφου που εξερευνά νέα εδάφη και περιγράφει την πραγματικότητα βάσει ενός μοντέλου ή χάρτη. Οι οδηγίες που η επιστήμη προσφέρει πρέπει να είναι όσο το δυνατόν ακριβέστερες και να εξυπηρετούν την άγνοια σηματοδότησης και προσανατολισμού των ανθρώπων. Το ζήτημα της ευθύνης προκύπτει όταν κανείς θέσει την ερώτηση, σε ποιόν ανήκει το έδαφος που διερευνάται. Για τους χριστιανούς η απάντηση είναι σαφής: «Η γη είναι του Κυρίου και το πλήρωμα αυτής». Συνεπώς ο επιστήμονας είναι υπεύθυνος απέναντι στον ίδιο το Θεό [2].

[1] Βικιπαίδια
[2] Erastos Filos, Wie frei ist Wissenschaft?, Evangelium und Wissenschaft, τεύχος 24 (11/1992), σ. 3-13,
https://www.academia.edu/2778717/Wie_frei_ist_Wissenschaft