19 Απριλίου 2015

Ο άνθρωπος της Απελπισίας

Πριν 35 χρόνια πέθανε ο γάλλος φιλόσοφος Ζαν Πωλ Σαρτρ. Μια σύντομη ανασκόπιση της ζωής και φιλοσοφίας του φιλόσοφου της απελπισίας:

«Το έργο μου απέτυχε. Δεν είπα όσα ήθελα να πω, αλλά ούτε είπα αυτά που ήθελα να πω... »[1]. Αυτά ήταν τα τελευταία λόγια του μεγάλου φιλόσοφου και λογοτέχνη του 20ου αιώνα, Ζαν Πωλ Σαρτρ. Πέθανε άρρωστος και τυφλός στα 75 του χρόνια στις 15 του Απρίλη 1980.

Τα λόγια του, λίγο πριν πεθάνει, εξέφραζαν απελπισία: «O κόσμος είναι άσχημος, κακός, χωρίς ελπίδα. Όμως αντιστέκομαι γιατί ξέρω ότι θα πεθάνω μέσα στην ελπίδα, μια ελπίδα που μένει να αποδειχτεί.» Η ελπίδα του Σαρτρ δεν είναι παρά το αποτέλεσμα ενός παραλογισμού απέναντι στο αδιέξοδο. Δεν πίστευε στο Θεό. H ελπίδα για την οποία μιλούσε δεν ήταν ελπίδα που υπερβαίνει το θάνατο. Δίδασκε ότι δεν υπάρχει θεός, κι επειδή δεν υπάρχει, το νόημα της ανθρώπινης ζωής είναι απροσδιόριστο. O άνθρωπος είναι «εγκαταλειμμένος», «ελεύθερος». Επιβεβαιώνει την ύπαρξή του με τις πράξεις του, είτε καλές είτε κακές.

Για πολλούς ήταν και εξακολουθεί να είναι ο «μέγας διδάσκαλος της ελπίδας». Τι λέει ο ίδιος: «Αφ’ ενός ε­πιμένω ότι η ζωή του ανθρώπου είναι μια αποτυχία. Αυτό που σκοπεύει δεν το πετυχαίνει. Δεν καταφέρνει να σκεφτεί αυτό πού θέλει να σκεφτεί και να αισθανθεί αυτό που θέλει να αισθανθεί. Κι είναι αυτό τον οδηγεί σε απόλυτη απαισιοδοξία …  Αφ’ ετέρου, από το 1945 και μετά αντιλήφθηκα – και σήμερα είμαι πλέον πεπεισμένος – πως σημαντική ιδιότητα της κάθε πράξης μου είναι η ελπίδα. Ελπίδα σημαίνει: δεν μπορώ να πράξω κάτι χωρίς να υπολογίσω ότι μπορεί  και να πραγματοποιηθεί ... ».

Γνωστός έγινε ο Σαρτρ προπαντός σαν συγγραφέας θεατρικών έργων και μυθιστορημάτων όπως το «Ναυτία», «Τα βρώμικα χέρια», «Κεκλεισμένων των θυρών» και άλλα. Το λογοτεχνικό του έργο ήταν γι’ αυτόν το όργανο για τη μετάδοση της φιλοσοφίας του, του υπαρξισμού που εξέφραζε τα συναισθήματα της γενιάς που έζησε τον πόλεμο και κατόπιν τα ερείπια, την «κόλαση» που δημιούργησε ο ίδιος ο άνθρωπος κατακτώντας τη θέση του (μη υπάρχοντος) θεού. «H κόλαση είναι οι άλλοι» γράφει στο «Κεκλεισμένων των θυρών».

Σπουδάζει φιλοσοφία στη Σορβόννη. Εκεί γνωρίζει και τη σύντροφό του Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Από το 1931 και μετά διδάσκει φιλοσοφία σε γυμνάσια της Γαλλίας. Με το ξέσπασμα του πολέμου συμμετέχει ενεργά στην γαλλική Αντίσταση. Το 1940 ζει για ένα χρόνο σε γερμανική αιχμαλωσία. Μετά τον πόλεμο συνεργάζεται με το κομμουνιστικό κόμμα το όποιο όμως εγκαταλείπει όταν οι ρώσοι εισβάλλουν στην Ουγγαρία το 1956. Ποτέ του ο Σαρτρ δεν υπήρξε μαρξιστής. Έμεινε μέχρι τέλους πιστός στη φιλοσοφία του. Το 1964 του προσφέρθηκε το Νομπέλ λογοτεχνίας, το οποίο όμως αρνήθηκε να απολάβει. Η φιλοσοφία του ήταν κομμένη και ραμμένη στη ζωή που έζησε: παράλογη, απελ­πισμένη. «Έζησα, έγραψα, δεν λυπάμαι για τίποτα ... η ζωή μου έδωσε ότι επιθύμησα και ταυτοχρόνως μου έδειξε πώς αυτό δεν ήταν πολύ».

[1] Στο εβδομαδιαίο γαλλικό περιοδικό "Le Nouvel Observateur", στα τεύχη του Μαρτίου 1980 και που μεταφέρουν αποσπάσματα μιας από τις τελευταίες του συζητήσεις.

Δεν υπάρχουν σχόλια: